Καμιά φορά βλέπουμε και σειρές όχι γιατί για άλλη μια φορά περάσανε τα όρια ποιότητας του μέσου. Καμιά φορά τις βλέπουμε γιατί βαριόμαστε. Και καμιά φορά υπάρχουν άλλοι, πιο εσωτερικοί λόγοι.
Είναι αρχές Δεκεμβρίου, προετοιμάζομαι ψυχολογικά για τον πόλεμο αλκοόλ που δικαίως περίμενα αυτές τις γιορτές, και η τηλεόραση παίζει όλη μέρα μπούρδες. Κι όταν λέω μπούρδες εννοώ Κωνσταντίνου και Ελένης και Καφέ της Χαράς, κάνοντας αφενός τα δεκάχρονα να έχουν ήδη μάθει απ’ έξω όλες τις ατάκες και από τις δύο σειρές, αφετέρου το Χάρη Ρώμα τον σύγχρονο Άτλαντα της ελληνικής κωμωδίας, πράγμα που μόνο ο Jernesto Valverde καταλαβαίνει και δέχεται για κάποιο λόγο.
Μέσα σε όλο αυτό όμως φάνηκε να υπάρχει μια μικρή ελπίδα να δούμε κάτι ενδιαφέρον. Το SyFy Channel είχε ανακοινώσει ότι εκεί γύρω στις 6 Δεκέμβρη θα προβάλλει τη νέα μίνι-σειρά του, το Ascension. Κι όταν λέμε μίνι, εννοούμε τόσο πολύ που αν ήταν αυτοκίνητο θα χωρούσε με το ζόρι ο Tyrion Lannister. Αν ήταν φούστα στάνταρ δε θα μπορούσε η άλλη ούτε να περπατήσει από φόβο μην αποκαλυφθεί τίποτα. Αν ήταν ποντίκι, μαντέψτε ποιο θα ήταν. Τέλος πάντων, τρία διπλά επεισόδια που παίχτηκαν συνεχόμενα Δευτέρα-Τρίτη-Τετάρτη σημαίνει ότι η σειρά ήταν όντως αρκετά μίνι.
Και το στόρι ήταν αρκετά ενδιαφέρον. Βρισκόμαστε σε ένα εναλλακτικό παρόν, στο οποίο το διαστημόπλοιο USS Ascension, που εκτοξεύθηκε το 1963 με εντολή του τότε προέδρου John F. Kennedy και που είναι επανδρωμένο από 600 ψυχές, βρίσκεται στη μέση ενός εκατοντάχρονου ταξιδιού που σκοπό έχει να φτάσει σε έναν πλανήτη μακριά, πολύ μακριά, για να τον κατοικήσει και τελικά να διασφαλίσει την επιβίωση του (αγγλόφωνου πάντα) ανθρώπινου είδους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, βλέπουμε τη δεύτερη γενιά του USS Ascension να έχει γεννηθεί στο διάστημα, να ξέρει ότι δε θα ζήσει την άφιξη σε αυτόν τον πλανήτη, αλλά και να αντιμετωπίζει καταστάσεις που δεν έχει ξαναζήσει αλλά και που είναι έξτρα αγχωτικές δεδομένου ότι βρίσκεται στη μέση του πουθενά.

Αλλα πάντα και παντού υπάρχει χρόνος για ένα μοχίτο.
Ωραία όλα αυτά, κονσεπτάρα και μπράβο. Από κει και πέρα σχεδόν όλα πάνε στραβά. Οι διάλογοι είναι σαν να τους έχει γράψει 15χρονο που έχει δει πολύ Χιλιανή σαπουνόπερα, η πλοκή εντάξει, γίνονται πραγματάκια αλλά όχι και χαμός, και η ηθοποιία είναι κάπως κακή, εκτός βέβαια από μία ηθοποιό που θα θίξουμε αργότερα. Κορονίδα εκνευρισμού που λέτε ο καπετάνιος του πλοίου, ο οποίος έχει αυτήν την επική-βραχνή-αντρίκια-υπερβολικά δραματική φωνή που ο ρεαλισμός των σειρών μετά το 2009 (τουλάχιστον) θα έπρεπε να έχει απαγορεύσει.
Είναι αρχή ακόμα του πρώτου επεισοδίου και μια περίπου δεκάχρονη κοπελίτσα, ντυμένη κουκλίστικα, παθαίνει ψυχολογικό πατατράκ. Μετά από πολύ λίγο αρχίζει να τσιρίζει διάφορα περίεργα που δεν καταλαβαίνουμε ούτε εμείς ούτε οι παρόντες χαρακτήρες, κρατώντας την απόλυτη κλισεδιά ότι αν κάποιος πρέπει να πάρει ρόλο πηθείας, αυτός θα είναι είτε υπερήλικη μαύρη ή κοριτσάκι τύπου Shining (αργότερα βέβαια ο ρόλος της κοπέλας γίνεται από τους πιο ενδιαφέροντες). Με τα πολλά τη βουτάνε στα ηρεμιστικά και αρχίζουν να συζητάνε τι μπορεί να έπαθε το καημένο το κορίτσι, πράγμα που δίνει αφορμή να αναλύσουνε για κάνα πεντάλεπτο με σούπερ δραματικό τόνο για κάτι που λέγεται The Crisis, την κατάθλιψη δηλαδή που παθαίνουν όλοι οι κάτοικοι του πλοίου (δηλαδή και οι ίδιοι), να πετάνε πληροφορίες χωρίς να φαίνεται καν να ακούν ο ένας τον άλλον, για ένα θέμα που να ήταν πραγματικός διάλογος θα τελείωνε στο «Ξέρεις τι; Νομίζω έχει πάθει The Crisis», «Ααχ, τι κρίμα το κορίτσι».
Επίσης, δεν είναι καθόλου υπέρ της σειράς ότι το σημείο εκκίνησης της σειράς είναι ένας φόνος. Έχουμε βαρεθεί να βλέπουμε σε σειρές και ταινίες να δουλεύουν το back story δέκα χρόνια για να πούνε τελικά «σε αυτό το πλαίσιο γίνεται ένας φόνος». Άσε που στο πρώτο επεισόδιο που ο φόνος αναλύεται περισσότερο, ο χαρακτήρας που έχει αναλάβει την εξιχνίασή του καταφέρνει να είναι ΠΑΝΤΟΥ. Για να μην αρχίσω για το ότι στην παράλληλη πλοκή στη γη οι δύο βασικοί χαρακτήρες κάνουν μόνιμα την ίδια ακριβώς κουβέντα.
Εντάξει, εννοείται πάντως ότι έχει και καλά πράγματα η σειρά, αλλιώς πώς σκατά την είδα μέχρι τέλους. Κατά πρώτον, η κινηματογράφηση είναι εκπληκτική, και το πλοίο το ίδιο σαν σκηνικό είναι αισθητικά ένα κράμα τεχνολογίας του ’60 και του πώς αυτή έχει εξελιχθεί παράλληλα με τη δική μας από τους επιστήμονες πάνω στο διαστημόπλοιο. Όλα τα ρούχα είναι ‘60s γιατί αυτά ξέρουν οι άνθρωποι, όλη η μουσική, η λογοτεχνία, οι ταινίες, οι pop αναφορές που έχουν είναι μέχρι τότε. Επίσης, αυτό το 15χρονο που γράφει τη σειρά έχει δουλέψει αρκετά και τη σχέση των αξιωματικών με τα κατώτερα (κατα)στρώματα, η οποία σε καμία περίπτωση δεν είναι ρόδινη. Αργότερα, όσο η πλοκή βαθαίνει, ξεχνάς λίγο και τους διαλόγους του 15χρονου και παρακολουθείς λίγο πιο άνετα τι γίνεται. Και φυσικά, last but not least, υπάρχει και το βαρύ χαρτί της σειράς, η Caprica Six.

Και ιδού.
Δύο γυναίκες έχω αγαπήσει στη ζωή μου, τη μάνα μου και την Caprica Six. Δηλαδή εντάξει, την Tricia Helfer που παίζει την Caprica Six στο Battlestar Galactica. Στην επική αυτή σειρά που έπαιξε το πρώτο της επεισόδιο τέτοια βδομάδα πριν μια δεκαετία, η Caprica Six είναι το Cylon που βοήθησε στην τελική καταστροφή των πλανητών που κατοικούν μέχρι τότε οι άνθρωποι, κάνοντας τον εαυτό της ηρωίδα στον κόσμο των ρομπότ. Και είναι μια κλασική εικόνα femme fatale (αν και είναι ρομπότ, θεέ μου οξύμωρα) με χαρακτηριστικό κόκκινο φόρεμα και στυλάρα, η οποία εικόνα φυσικά σπάει και γίνεται θρύψαλα κατά την παγιωμένη πρακτική της σειράς. Η φιγούρα της femme fatale όμως μένει, και η Tricia Helfer, τότε τριάντα χρονών και πρώην μοντέλο, είναι ιδανική να την ενσαρκώσει. Κι έρχεται τώρα στα σαράντα της να παίξει στο Ascension όχι μόνο την μοιραία γυναίκα, αλλά και την μετρέσα και δολοπλόκο, και της πάει και πάλι. Άσε που τώρα δείχνει πολύ περισσότερο δέρμα, και είναι καλό, είναι πολύ καλό. Επίσης, δεν ξέρω αν φταίει που με αποσπούν τα κάλλη της, ή που λίγο πολύ πάλι τον ίδιο ρόλο παίζει, αλλά και η ηθοποιία της μου φαίνεται ότι είναι πάνω από τον μέσο όρο της υπόλοιπης σειράς.
Κι όλα τα παραπάνω τα έγραψα για να πω το εξής. Tricia Helfer, σε ευχαριστώ που γύρισες στη μικρή οθόνη, έστω κι αν παίζεις ωραίο ρόλο σε μπούρδα σειρά. Και στο California Teens να έπαιζες πάλι θα το έβλεπα.
«Δύο γυναίκες έχω αγαπήσει στη ζωή μου, τη μάνα μου και την Caprica Six.»
Όταν ατάκα της μεθυσμένης πραγματικότητας, έγινε έγγραφη δήλωση, στο μεγαλύτερο μπλογκ του πλανήτη.
Το είπα σε κατάσταση πλήρους νηφαλιότητας, και δεν το παιρνω πισω.
Τελικά, να μην…;;;;
Γεια σου Πι Ζητα, ευχαριστω για το σχόλιο! Αφου δε συγκινήθηκες από την παρουσία της Tricia Helfer λοιπον, τελικά, μάλλον να μην.
Να υπενθυμίσω ότι κάποτε είχες γράψει ποστ, σχετικά με τη σειρά Camelot, που το ρεζουμε ήταν -μέσες άκρες- τα βυζιά της Eva Green.
Kαι να πω: καλά έκανες. Πολύ καλά έκανες και τότε και τώρα.
Γιατί, τέλος πάντων, αντί για προσπάθεια πολυπλοκότητας και εις βάθους ανάλυσης, όλα θα ήταν πιο εύκολα αν, πολύ απλά, βάζανε την Tricia Hilfer να είναι στο εν λόγω διαστήμοπλοιο. Το οποίο κρασάρει σε ένα άγνωστο πλανήτη. Που αποδεικνύεται ότι είναι το μυθικό Camelot. Και η Eva Green με την Tricia μας δείχνουν τα βυζιά τους σε ένα υπέροχο sci-fi με fantasy mix.
Ναι, ναι πολλοί θα ήμασταν πολυ ευτυχισμένοι.
Λατρευω την πολυσυλλεκτικη σου προταση Jorn. Και αν βάζαμε και αυτό στο μιξ ακομα καλύτερα έ;
Α-ρρώ-στια
Ασχετα με τα βυζια, εμενα καλο μου φαινεται οπως το περιγραφεις. Με επεισες να το δω δηλαδη. Αν χρειαστεις εξισου μετριο sci – fi, προτεινω το »the last ship»: πλοιο, παγοι, φονικος ιος, καπετανιος – ηρωας με μπρατσα που πριν τα μπρατσα επαιζε τον γιατρο στο γκρεις ανατομι.