Underground με στρας: οι κουτσαβάκηδες

«Και τώρα που μας έγινες μοντέρνο κουτσαβάκι, δε ρίχνεις και σ’ εμάς τη συνταγή την πονηρή;», λέει ο Παύλος Σιδηρόπουλος στο τραγούδι Νάυλον ντέφια και ψόφια κέφια. Στον Παύλο δε χαλάμε χατίρι. Ιδού λοιπόν η πονηρή συνταγή για να κυκλοφορείτε ως κουτσαβάκια απαράμιλλου στυλ κι αξεπέραστης εκκεντρικότητας. 

koytsa2

Η δοσολογία που απαιτεί η παραδοσιακή συνταγή της μεταμόρφωσης σε κουτσαβάκη είναι πολύ συγκεκριμένη: πρέπει να είστε λίγο μάγκες, λίγο θρασύδειλοι, και πολύ κοκέτηδες. Αν έχετε τις σωστές δόσεις αυτών των χαρακτηριστικών, τότε δεν θα σας είναι δύσκολο να υποδυθείτε την πιο τυπική μορφή του ανθρώπου του υποκόσμου που επικράτησε στο μεταίχμιο των 19ου και 20ου αιώνα: τον κουτσαβάκη.

Αν όμως πέραν των παραπάνω χαρακτηριστικών, είστε και λίγο φιλομαθείς, τότε μάλλον θ’ απογοητευτείτε. Δυστυχώς δεν διαθέτουμε μια πειστική ετυμολογία της λέξης «κουτσαβάκης». Μήπως προκύπτει απ’ το κουτσά βαίνω, γιατί σαν κουτσαβάκης οφείλετε να περπατάτε πάντα με τον δεξί ώμο γερτό, σβαρνίζοντας τα πέλματα αργά και σέρτικα; Μήπως προέρχεται απ’ τα κουρτσοβράκια, δηλαδή τα κοντοβράκια, γιατί σαν κουτσαβάκης πρέπει να φοράτε ένα παντελόνι κομμάτι ασουλούπωτο, δηλαδή φαρδύ στη λεκάνη και στενό προς τα κάτω; Ή μήπως συγγενεύει ετυμολογικά με το κουταβάκι, που εκτός από σκυλάκι, σημαίνει και «αχρείο γέννημα», καθότι ως κουτσαβάκης, ε, δε θα φημίζεστε δα και για τη καλή σας ανατροφή; Άγνωστο.

staurakasΠάρα ταύτα, αν και δε γνωρίζουμε από πού κρατά ετυμολογικά η σκούφια σας, γνωρίζουμε πολύ καλά με τι ακριβώς πρέπει να εφοδιάσετε την γκαρνταρόμπα σας. Σε μια χώρα όπου ανέκαθεν επικρατεί ενδυματολογική σύγχυση, ένας κουτσαβάκης –αλίμονό του αλλιώς– έχει αυστηρά καθορισμένο dress code. Ως προς αυτό, αρκεί να κοπιάρετε στην εντέλεια το διπλανό σκίτσο: σακάκι μαύρο και κοντό, παντελόνι στυλ DSQUARED (τζογέ), μυτερά ψηλοτάκουνα μποτάκια (στιβάλια), καπέλο με δυο-τρία βουλιάγματα (καβουράκι), γιλεκάκι με εσωτερική τσέπη (γκαρδιακιά, δηλαδή «της καρδιάς»), και κόκκινο ζωνάρι με κρόσσια (εκεί θα χώσετε τσακμάκι, καπνοσακούλα και τσιγαρόχαρτα). Επ’ ουδενί μη λησμονήσετε τη χλίψη (σ.σ. «θλίψη»/«πένθος», δηλαδή τη μαύρη κορδέλα στο καβουράκι σας), το μελιτζανί σας μαντιλάκι, καθώς και το πλέον απαραίτητο αξεσουάρ: το κομπολογάκι σας. Και οπωσδήποτε προσοχή: φοράτε μόνο το αριστερό μανίκι του σακακιού, αφήνοντας διαρκώς το δεξί σας χέρι ελεύθερο… δια παν ενδεχόμενον. Όσο για την άκρη του ζωναριού σας, ένας comme-il-faut κουτσαβάκης δεν είναι υποχόνδριος: την αφήνει να σέρνεται χάμω. Σε σχέση μ’ αυτό, ο ιερός κώδικας της παλιάς πιάτσας αναφέρει ότι: το πάτημα του ζωναριού του κουτσαβάκη είναι ασυγχώρητο και συνιστά ικανή αιτία για έναν χορταστικότατο καβγά.

Απ’ τη στιγμή που διαλέξατε να κυκλοφορείτε ως κουτσαβάκης, πρέπει να συμπεριφέρεστε και ως κουτσαβάκης. Γι’ αυτό, έχετε πάντα στην κωλότσεπα βουρτσάκι, ώστε αν χρειαστεί, να σταματήσετε καταμεσής του δρόμου για να γυαλίσετε τα παπούτσια σας. Επιπλέον, πρέπει να κάθεστε μόνο διπλοπόδι, δίχως να τσαλακώνετε το παντελόνι σας, γιατί ο ίδιος ιερός κώδικας που αναφέρθηκε και πιο πάνω ορίζει ότι: η τσάκιση είναι θεάρεστο πράγμα. Παράλληλα, οφείλετε να περιποιείστε τρίχα-τρίχα τόσο τα τσουλούφια σας, ώστε να μένουν καλά κολλημένα στο μέτωπο, όσο και το μουστάκι σας, ώστε να στρίβει σαν τσιγκέλι. Τυχόν εκφράσεις όπως: κρίμα τα μουστάκια σου ή να χέσω τα μουστάκια σου, θεωρούνται πολύ βαριές προσβολές– το νου σας.

Παρότι όμως φαίνεστε νοικοκυρόπαιδα μέσα στην τόση σχολαστική σας πάστρα, μην ξεγελιέστε: δεν είστε. Οι σωστοί κουτσαβάκηδες δεν παντρεύονται. Συζούν συνήθως με μια γυναίκα σε ελεύθερο δεσμό. Την έχουν αστεφάνωτη για χρόνια, ενώ στη βόλτα τους μαζί της δεν της δίνουν ποτέ το χέρι αλλά μονίμως προπορεύονται. Σκεφτείτε πάντως το πλεονέκτημα που σας παρέχει η σημερινή εποχή· γιατί στην εποχή των αυθεντικών κουτσαβάκηδων, αυτού του είδους τη συμβίωση ο ποινικός νόμος τη χαρακτήριζε παράνομη και τη δίωκε ως έγκλημα. Τέλος πάντων κι επιγραμματικά, ζωή για σας εφεξής θα σημαίνει: καφενείο, τεκές, ταβέρνα, μπορντέλο, φυλακή. Αυτό το κοινωνικό σουλάτσο θα μεταφράζεται απευθείας σε μια καθημερινότητα γεμάτη με: καφέ, τσιγάρο, χασίσι, κρασί, χαρτιά, ζάρια, κουβεντολόι, καβγάδες.

Τελευταία πινελιά: η ομιλία σας. Σε αντίθεση με τους Έλληνες του βουνού και του λόγκου και μ’ αυτούς του θεσσαλικού κάμπου που τραυματίζουν ή σκοτώνουν τα φωνήεντα, εσείς ως κουτσαβάκης τα λατρεύετε. Πάντα λοιπόν να προσθέτετε ένα-δυο στην αρχή και στο τέλος των λέξεων (π.χ. ετούτονε ή επολεμήσανε). Ταυτόχρονα, καλό είναι να προσθέτετε φωνήεντα και εντός των λέξεων, ώστε να αποφεύγεται η… συμφόρηση συμφώνων. Έτσι, λέξεις όπως: πλατφόρμα, σταθμός, ατμόπλοιο ή καρφίτσα, πρέπει να φτάνουνε στ’ αυτιά του κόσμου «πειραγμένες» ως εξής: πλατιφόρμα, σταθιμός, ατιμόπλοιο, καριφίτσα. Να το ξέρετε: οι κουτσαβάκηδες γλυκαίνουν τα σύμφωνα. Η ελληνική γλώσσα είναι παλιά πουτάνα κι ο καλός ο κουτσαβάκης ξέρει πώς να της γλυκαίνει το ποίημα.

trabu

Ευχαριστώ, δε θα πάρω.

Αν έπειτα από τα παραπάνω θεωρείτε ότι ο τύπος του κουτσαβάκη χρειάζεται στις μέρες μας μια αναβίωση, αν δηλαδή θεωρείτε τον κουτσαβάκη καλό παράδειγμα προς μίμηση και την ντουλάπα σας αρκετά ευρύχωρη για νέα στυλ, ας έχετε τουλάχιστον υπόψη σας τα παρακάτω, προς αποφυγή σφαλμάτων του παρελθόντος. Γιατί το μεγάλο σφάλμα του παλιού κουτσαβάκη ήταν ότι εκφυλίστηκε σταδιακά στον τύπο του πληρωμένου μπράβου. Με τον εκφυλισμό του αυτόν, κηλιδώθηκε και το όποιο γόητρο διατηρούσε ο ελληνικός υπόκοσμος μέχρι τότε. Πολλοί κουτσαβάκηδες άρχισαν να εξυπηρετούν συμφέροντα διεφθαρμένων πολιτευτών και τά ’καναν πλακάκια με την αστυνομία. Άρχισαν να δρουν σ’ όλη την επικράτεια, απειλώντας στους καφενέδες τους διστακτικούς ή απρόθυμους ψηφοφόρους. Υπάρχουν πολλοί καημένοι που, καταπώς οι εφημερίδες της εποχής μεταδίδουν: τρώνε εν γρονθοκόπημα από έναν κουτσαβάκη αντιφρονούντα. Τότε είναι που κάνει την εμφάνιση του και ο όρος τραμπούκος. Τον αποδίδουν στους κουτσαβάκηδες που γίνονται το μακρύ –και βαρύ– χέρι του καθενός σκάρτου πολιτικάντη. Και τούτο γιατί οι κύριοι βουλευτάδες ανταμείβουν τους κουτσαβάκηδες-μπράβους τους για τις… αγαθές τους υπηρεσίες μ’ ένα πακέτο από κοντόχοντρα πούρα. Η μάρκα τους;: Trabuco. Κι αυτοί οι κουτοί, που τόσο τρέμανε τη ρετσινιά και διαφυλάσσανε τα κούτελα για ψύλλου πήδημα, γλυκάθηκαν κι αρχίσαν να φουμάρουνε στ’ αστόχαστο και ξέγνοιαστο καπνά Trabuco

Έχοντας υπόψη σας αυτά τα παραπάνω, μήπως, λέω μήπως, τώρα που μπαίνει πια κι η Άνοιξη, φαντάζουνε καλύτερα τα πουκαμισάκια τα κοντομάνικα, που λέει κι η Μαρινέλλα;

*

Η «πονηρή συνταγή για να γίνετε κουτσαβάκης» στηρίχτηκε στις περιγραφές που περιλαμβάνονται στη μονογραφία του κατεξοχήν ειδήμονα Ηλία ΠετρόπουλουΥπόκοσμος και καραγκιόζης (εκδόσεις γράμματα).
Το σκίτσο του Σταύρακα –της τυπικής κουτσαβάκικης φιγούρας του Θεάτρου Σκιών– είναι επίσης από κει, και φέρει την υπογραφή του Πετρόπουλου.
Ο τίτλος του κειμένου είναι απ’ το ομώνυμο τραγούδι του Παυλάρα.

2 σκέψεις σχετικά με το “Underground με στρας: οι κουτσαβάκηδες

  1. Ντεκολτέ πολύ καλά τα λες. Μόνο ως προς τα πουκαμισάκια διαφωνώ.

    Έπιασα και το «Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας» σήμερα, θα αρχίσω από εδώ τις πενιές.
    Μόρτικα κι ωραία. Σένια. Φίνα.
    Άλαααααα

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s